Κυριακή, Οκτωβρίου 29, 2006

"Αυτός που Παραλίγο να Παντρευτώ"

"Αυτός που Παραλίγο να Παντρευτώ" (ΑΠΑΠΑ) βαφτίστηκε Μάνος. Τα τελευταία 7 χρόνια, δηλαδή από τότε που παραλίγο να τον παντρευτώ, τις περισσότερες φορές που αναφέρομαι σ΄αυτόν δεν το κάνω απλώς με το όνομά του, αλλά ως "ο Μάνος, ΑΠΑΠΑ" ή και σκέτο "ΑΠΑΠΑ", κι έτσι καταλαβαίνουν όλοι για ποιον μιλώ.

Από τότε που άφησα τον ΑΠΑΠΑ, λίγο (πολύ λίγο, ντρέπομαι να πω πόσο πολύ λίγο) πριν το γάμο μας, νιώθω το κάρμα μου ή όπως λέγεται αυτό το πράγμα τεσπά που κρατά το μπακαλόχαρτο του τι δίνεις - τι παίρνεις σ΄αυτή τη ζωή, τουλάχιστον 100 κιλά πιο βαρύ. Ζω μονίμως με το φόβο ότι θα επανέλθω στην επόμενη ζωή μου ως σιχαμερό σκουλήκι. Αυτό ίσως εξηγεί και την προσέγγιση "Χτύπα κι άλλο" που εφαρμόζω σε κάθε σχέση μου μετά τον ΑΠΑΠΑ. Επίσης, μετά τα δύο πρώτα χρόνια απόστασης, του τηλεφωνώ περίπου 2 φορές το χρόνο, σε ανύποπτες στιγμές, για να του πω πόσο αδικαιολόγητη/ελεεινή/ποταπή εγωιστική γουρούνα κ.λπ. ήμουν τότε που φέρθηκα με αυτόν τον τρόπο και πόσο γλυκά τον σκέφτομαι. Ξέρω βεβαίως ότι αυτό δεν κάνει ΚΑΘΟΛΟΥ καλό στο ήδη βεβαρυμένο μου κάρμα (αντιθέτως, αφού είναι μια ακόμη εγωιστική γουρουνιά), εκείνος σιχτιρίζει που με ακούει και μου το κλείνει ευγενικά και οι φίλοι μου με μουτζώνουν.

Πού τον θυμήθηκα τώρα τον Μάνο? Εμ, δεν τον θυμήθηκα εγώ, αυτός με θυμήθηκε. Μετά από σχεδόν 7 χρόνια που έχουμε να βρεθούμε (και η τελευταία φορά δεν ήταν καθόλου ευχάριστη, ενθυμούμαι) μου έστειλε email (με θέμα: ΕΓΩ) ρωτώντας τα εξής: "Πού είσαι, πώς είσαι, πώς περνάς (γκομενικό, το τελευταίο)". Εντάξει, το ήξερα ότι όλοι οι πλανήτες έχουν μπει στο Σκορπιό και κάνουν πάρτυ πάνω από το κεφάλι μου, αλλά αυτό΄το μήνυμα με κάνει να πιστεύω ότι α)έχουν βγει κάτι μπάφοι 2 μέτρα και κάνουνε γύρες εκεί πάνω, β)η Αφροδίτη παρτουζώνει Δία και Κρόνο, ενώ ο Άρης περιμένει τη σειρά του μπαλαμουτιάζοντας τον Ουρανό.

Απάντησα έξυπνα, σκερτσόζικα, κομψά. Το ρεζουμέ του μηνύματος ήταν (θέλω να πιστεύω) "Θα χαρώ πολύ να σε δω". Και αναμένω. Εξ ου και η γλυκιά αναστάτωση και οι ποιητικές σκέψεις περί προσμονής, αναμονής, αποχωρισμών (που όμως λίγη σχέση έχουν με την καθόλα γήινη διάθεση που στην Καστοριά πολύ γλαφυρά ονομάζουν: "Μου γαμιέται").

Ετικέτες

Άγχος Αποχωρισμού


Lost in Florence

Βρίσκω την απουσία βολική, φιλική στο χρήστη. Μου επιτρέπει να αναπολώ περασμένες στιγμές, να πλάθω αυτές που θα ‘ρθούν. Να πονάω για κάθε στιγμή που μένει μισή, γιατί εκείνος δεν είναι εδώ να τη μοιραστώ. Να καταγράφω τα καθημερινά, ασήμαντα και σημαντικά, σε κόλλες χαρτί που φυλάω για να του δώσω όταν έρθει. Να μοιράζομαι θλιβερά τηλεφωνήματα, μου λείπεις...πολύ, κι εμένα...σ΄αγαπώ...καληνύχτα...το ακουστικό που μένει μετέωρο για μια στιγμή, γιατί υπάρχει κάτι ακόμη να ειπωθεί, πότε η έλλειψη δεν θα χωρέσει σε μια τηλεφωνική γραμμή, ποτέ.

Η αναμονή μιας συνάντησης, μόνο αυτή με κάνει να νιώθω ότι ζω πραγματικά. Η έξαψη της προετοιμασίας είναι μεγαλύτερη ακόμη κι από αυτή της ίδιας της συνάντησης. Εκεί, κάθε σκηνοθετική προσπάθεια καταρρέει μπροστά στην πραγματικότητα. Η καμπύλη της επιθυμίας διαμορφώνεται λοιπόν με βάση αυτή την επίγνωση, κορυφώνεται 1 μέρα πριν και μετά ξεκινά η φθίνουσα πορεία της. Πολλά χρόνια πριν, στην πρωινή πτήση ενός μισοάδειου αεροπλάνου, έπαθα κρίση πανικού. Ήθελα να γυρίσω πίσω, μετάνιωσα, δεν ήθελα να τον συναντήσω. Κι ας περίμενα αυτό το ταξίδι 3 μήνες. Άλλη φορά, το πρωί που θα ερχόταν ξύπνησα με πρησμένα, παραμορφωμένα άκρα. Η άρνηση παίρνει πολλές μορφές. Ίσως γιατί κάθε παρουσία, όταν είναι προσωρινή, μου είναι δυσάρεστη. Στο μυαλό μου γυρίζει η ώρα του αποχωρισμού, ένα άγχος που χρόνια προσπαθώ να ξεπεράσω, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Ετικέτες

Πέμπτη, Οκτωβρίου 26, 2006

Το Μαράκι και οι εξαφανίσεις

To Μαράκι ξεκίνησε από το Ρέθυμνο με πολλά όνειρα. Κάτι που ήταν χαριτωμένη (ο ορισμός της χαριτωμενιάς, με πράσινα ματάκια, ξανθά μαλλάκια, κοντά στο 1,50 που όμως δεν το πρόσεχες, γιατί σε αποσπούσε ο θόρυβος, ναι, το Μαράκι έκανε πολύ θόρυβο στο πέρασμά του), κάτι που ήταν καταφερτζού, το ένα όνειρο μετά το άλλο γίνονταν πραγματικότητα. Στην πορεία προς την κατάκτηση της μεγάλης πόλης πετούσε σιγά-σιγά από πάνω της ό,τι τη βάραινε: τον γκόμενο-αιώνιο έφηβο που προτιμούσε να παίζει φρουτάκια απ’ ότι να ανεβαίνει τη σκάλα της ιεραρχίας, τα lurex μίνι φορέματα που της θύμιζαν ότι είχε διανύσει χιλιόμετρα σερβίροντας «Τζίβας με την κόκα χωριστά», τα παπούτσια-κοθόρνους κ.ά. Ακριβώς όπως κάνει κάθε κοπέλα που θέλει να φτάσει σε ψηλές κορφές, αλλά το παρελθόν της επιμένει να την τραβά στα πεδινά.

Το μόνο που της έλειπε για να συμπληρώσει το τρίπτυχο ομορφιά-καριέρα-σχέση ήταν η σχέση. Υπήρχε βεβαίως ο μέντοράς της (πάντα υπάρχει ένας μέντορας), αλλά κάτι η σύζυγος, κάτι τα 3 παιδιά, σχέση δεν τον έλεγες. Το Μαράκι, λοιπόν, αφιερώθηκε στο κυνήγι της σχέσης. Υποστηρικτής της στο δύσκολο αυτό έργο η καλύτερή της φίλη, η οποία είχε 5-6 πρώην κατακτήσεις που στην πορεία της είχαν ξινίσει. Γιατί να μην αξιοποιηθούν οι υπάρχουσες γνωριμίες, σκέφτηκε το Μαράκι. Ήταν κι η συγκάτοικος ανώτερος άνθρωπος, πρόβλημα ουδέν. Όλους τους γνώρισε το Μαράκι. Όλους τους πήρε. Κανείς δεν της έκατσε. Στο ενδιάμεσο, το Μαράκι χτύπησε κι άλλους τόσους σε μπαρ, μπουζούκια, γραφείο, αλλά μάταια, κανείς δεν ήταν «Αυτός», «Ο Πρίγκηπας», ήταν όλοι τους βάτραχοι.

Και τώρα αρχίζουν τα ζόρια. Με την εμφάνιση του Πρίγκηπα. Δεν ήταν όμορφος. Ήταν όμως το ίδιο ζώδιο με τον μέντορα, κι αυτό κάτι της κούνησε βαθιά μέσα της. Δεν είχε κοιλιακούς να παίζεις τρίλιζα. Είχε όμως cabrio, κι αυτό την αναστάτωνε. Δεν είχε μάτια πλάνα. Ήταν όμως γιατρός σε πολλά υποσχόμενη ειδικότητα, κι αυτό την ερέθιζε (κι αχρείαστος να’ ναι, ένας γιατρός στο σπίτι πάντα πρέπει να υπάρχει). Τέλος, Αυτός είχε πέσει στον έρωτά της. Επί δύο ολόκληρες μέρες τη φλέρταρε διακριτικά (σε αντίθεση με κάτι άλλους μουντρούχους που είχε γνωρίσει), ήταν καλός με τις φίλες της, ήταν αστείος, ήταν ανοιχτοχέρης. Την κοιτούσε στα ματια και χανόταν. Της έλεγε λόγια γλυκά. Όταν δε την είπε «κορίτσι φράουλα», το αποφάσισε. Θα του δινόταν. Και του δόθηκε. Είχε κάνει και καλύτερα κρεβάτια, πολύ καλύτερα. Αλλά, για όλους τους καλούς λογους που αναλύσαμε παραπάνω, αποφάσισε ότι δε βαριέσαι, άμα θέλει καλό σεξ έχει πρόχειρο το μέντορα. Και τον ερωτεύτηκε μέσα σε μια νύχτα το Νικόλα, κατά τη διάρκεια ενός κρεβατιού που ήταν ομολογουμένως μέτριο (κακό θα το έλεγε, αλλά ήταν ερωτευμένη).

Η επόμενη μέρα κύλησε μέσα σε μια γλυκιά παραζάλη. Κάπου προς το μεσημέρι είναι αλήθεια ότι το κορίτσι-φράουλα σκέφτηκε για μια στιγμή ότι ο Πρίγκηπας θα έπρεπε λογικά να της στείλει μια αγκαλιά τριαντάφυλλα στο γραφείο, σε ανάμνηση της βραδιάς που πέρασαν μαζί. Μπα, θα έχει πήξει με την εφημερία, σκέφτηκε και το ξεπέρασε.
Εκεί γύρω στο απόγευμα σκέφτηκε ότι τουλάχιστον θα έπρεπε να της έχει στείλει ένα sms. Δεν βαριέσαι, θα κοιμάται το γλυκό μου, 5 Τζόνι κατέβασε χτες, σκέφτηκε και απόδιωξε την κακιά σκέψη.
Στις 8 το βράδυ, συνάντησε την πιστή φίλη, το συζήτησε και αποφάσισε να ρίξει τα μούτρα της και να του τηλεφωνήσει. Στο κινητό. Δεν απάντησε. Στο σταθερό. Δεν απάντησε. Στο κινητό (με απόκρυψη) και στο σταθερό (η πιστή φίλη) ταυτοχρόνως, σε μια απόπειρα αιφνιδιασμού. Δεν απάντησε.
Το κορίτσι φράουλα δεν πτοήθηκε. Επί μία ώρα πατούσαν το redial κι αυτή κι η κολλητή. Στο τέλος, απόκαμαν και ήρθε η ώρα των υποθέσεων:

Μήπως έχασε το κινητό του?
Μήπως του έκλεψαν το κινητό του?
Μήπως του έκλεψαν και το σταθερό του?
Μήπως το παθιασμένο σμίξιμό τους ήταν γι’ αυτόν αποκάλυψη και χρειαζόταν το χρόνο του για να χωνέψει ότι ναι, τόση ηδονή μπορεί να συνυπάρξει με τόση αγάπη?
Μήπως είχε πεταχτεί μέχρι τον Καίσαρη να διαλέξει μονόπετρο και δεν έπιανε η Telestet (για τόσο παλιά μιλάμε)?
Μήπως μπήκαν οι Τούρκοι να κάψουν τα σπίτια μας κι έγινε επιστράτευση?
Μήπως έπεσε θύμα απαγωγής εξωγήινων?

«Βρε, μήπως βάζεις δόντι στην πίπα?», την διέκοψε η πεζή -πλην πρακτική- κολλητή.

Πιφφ, πάει, ο Πρίγκηπας είχε εξαφανιστεί. Το κορίτσι φράουλα έμεινε ένα απλό κορίτσι. Σιγά, το Μαράκι δεν θα γινόταν ποτέ ένα απλό κορίτσι. Ρίχτηκε με πείσμα και σύστημα στην αναζήτηση του επόμενου Πρίγκηπα. Κάτι όμως είχε αλλάξει. Η εξαφάνιση του Πρίγκηπα λες και πότισε το δέρμα της με φόβο και λύσσα. Κι οι άντρες το μύριζαν. Κι εξαφανίζονταν. Μ΄αυτά και με τ΄άλλα, το Μαράκι εξαφάνισε εκείνο το χειμώνα
ολόκληρη την παρέα της κολλητής από το Λύκειο (6 αγόρια σαν τα κρύα τα νερά, απ΄του Κωστέα-Γείτονα, ούτε στο reunion δε φάνηκαν, μάλλον από το φόβο του Μαρακίου), 4 φίλους του γκόμενου της κολλητής και δεν μετρήσαμε πόσους κομπάρσους από μπαρ, μπουζούκια κ.λπ.

Έφτασε το καλοκαίρι. Το Μαράκι ήταν απαρηγόρητο. Ζήτησε τη βοήθεια της επιστήμης. Ο ψυχίατρος ήταν κάτι σαν δικός της άνθρωπος, φίλος φίλης που για κάποιο λόγο δεν ήταν του γούστου της, διαφορετικά σήμερα θα τον ψάχναμε κι αυτόν στις «Αναζητήσεις». Την άκουσε προσεκτικά. Κατά διαστήματα κουνούσε το κεφάλι όπως μόνο οι ψυχίατροι ξέρουν να κουνούν το κεφάλι, με ένα τρόπο που δεν μπορείς να καταλάβεις αν σε ακούει με ενσυναίσθηση ή αν κάνει ότι σε ακούει ενώ σκέφτεται «γαμώ την τύχη μου, με την κωλοδουλειά που διάλεξα, καλύτερα γκασταρμπάιτερ να έπλενα πιάτα στο Λεβερκούζεν». Εκείνη ξεδίπλωσε το δράμα της με κάθε λεπτομέρεια.

- Αυτά είναι όλα. Λοιπόν?
Είχε ανάγκη να ακούσει απ΄το στόμα του μια λογική εξήγηση. Ας πούμε κάτι για το φόβο των αρσενικών απέναντι στη δέσμευση. Όλα αυτά τα μήπως που βασάνιζαν το μυαλό της της είχαν τρελάνει.
- Μαράκι, σε ξέρω πολλά χρόνια και θα σου μιλήσω περισσότερο σαν φίλος παρά σαν γιατρός.
- Ναι?
- Μαράκι, όπως μου τα περιέγραψες ένα πράγμα μπόρεσα να καταλάβω.
- Ναι, ναι?

- Μαράκι, αυτό δεν είναι μουνί, είναι ο David Copperfield.

Ετικέτες

Σάββατο, Οκτωβρίου 21, 2006

O καλός της άγγελος


Πριν από πολλά χρόνια, τέλη Οκτώβρη, ένα κοριτσάκι με επιδέσμους στους καρπούς έμπαινε σ’ ένα καράβι με προορισμό ένα πράσινο νησί. Πήγαινε να συναντήσει κάποιον που τον φώναζε «ο καλός μου άγγελος». Αυτός ο κάποιος εμφανιζόταν πάντα την κατάλληλη στιγμή, όταν όλα έμοιαζαν χαμένα. Κι εκείνα τα χρόνια, οι φορές που όλα έμοιαζαν χαμένα ήταν πολύ περισσότερες απ΄όσες θα περίμενε ένα κοριτσάκι.
Πέρασαν μαζί 10 ολόκληρες μέρες στο πράσινο νησί. Επί 10 μέρες ο καλός της άγγελος την έβαζε σ’ ένα μικρό, αστείο αυτοκίνητο και την γυρνούσε γύρω γύρω στο πράσινο νησί, της έδειχνε βουνά, της έδειχνε θάλασσες, της έδειχνε πρωινά και ηλιοβασιλέματα, της τραγουδούσε για να ξυπνήσει και τη νύχτα της διάβαζε μέχρι να την πάρει ο ύπνος. Την άλλη μέρα πάλι τα ίδια. Τότε τη σκέπαζε και πήγαινε στο άλλο δωμάτιο να κοιμηθεί. Στο τέλος την έβαλε στο πλοίο και την αποχαιρέτησε. Της έγραψε 5 γράμματα. Δεν του έγραψε ούτε ένα.

Σιωπή. Την κοιτούσε με ένα ανεξιχνίαστο μειδίαμα. Τον κοιτούσε κι αυτή, αμήχανη. Μέσα σ΄ένα αρκούντως παρακμιακό μπαρ, πολλά χρόνια μετά, εκείνη χωρίς πληγές στους καρπούς, όχι πια κοριτσάκι, εκείνος πολύ βαρύς από το χρόνο για να κάνει παιχνίδια με αγγελοφτερά.
«Μάλλον δεν έχουμε πια πολλά να πούμε. Μεγάλωσα και δεν χρειάζεται πια να μου κάνεις coaching».
«Τα είπαμε τόσες φορές τότε που αν τα λέγαμε και σήμερα θα έχαναν τη σημασία τους»
Σιωπή. Που θέλει να γεμίσει με κάθε τρόπο.
«Χρωστάω τη ζωή μου στους καλούς μου αγγέλους που εμφανίζονταν κάθε φορά απ΄το πουθενά για να με βοηθήσουν να προχωρήσω και την επόμενη στιγμή εξαφανίζονταν ξαφνικά, όπως είχαν έρθει. Χρωστάω τη ζωή μου σε 5-10 ανθρώπους που ήρθαν εκεί που δεν το περίμενα και μου έδωσαν αυτό που χρειαζόμουν, τη στιγμή ακριβώς που το χρειαζόμουν. Δε θυμάμαι να σου έχω πει ποτέ ευχαριστώ».
Σιωπή. Της είναι αδύνατο να μη συνεχίσει το μονόλογο.
«Νιώθω ότι όσο μεγαλώνω τέτοιοι άνθρωποι εμφανίζονται όλο και πιο σπάνια στη ζωή μου. Νιώθω μόνη μου».

«Μην παραπονιέσαι. Δεν έρχονται πια τόσο συχνά γιατί τους έχεις όλο και λιγότερη ανάγκη».

Κυριακή, Οκτωβρίου 15, 2006

Το φτερο-όνειρο

I'm no angel. Does that mean I won't fly?

Βρίσκομαι σε μια αίθουσα γεμάτη με κόσμο. Παλιοί συμμαθητές, ως επί το πλείστον, και ένας δυο παλιοί γκόμενοι, από την εποχή ακόμη που ο γκόμενος δεν ήταν «ο γκόμενος» αλλά «το αγόρι μου». Χαμογελώ, μιλώ με τον κόσμο, γυρνώ από παρέα σε παρέα, νιώθω όμορφα, νιώθω ασφαλής, είναι η εποχή εκεί γύρω στα 18 που όλα είναι μπροστά, υπάρχουν πολλές δυσκολίες καμία όμως δεν είναι αρκετά σημαντική για να σταθεί εμπόδιο σε ό,τι ονειρεύομαι, ό,τι φαντάζομαι ότι θα γίνει η ζωή μου στο επόμενο κιόλας βήμα. Είναι η εποχή που πιστεύω κι εμπιστεύομαι, όλα είναι δυνατά, το μόνο που χρειάζεται είναι ν΄απλώσω το χέρι μου και να τα πιάσω. Έχω προλάβει να απογοητευτώ, να πονέσω, να κλάψω, να καταθλιβώ. Όμως η απογοήτευση δεν έχει προλάβει ακόμη να σωρευτεί στην ψυχή μου, μέσα μου είμαι ακόμη τεφάλ, όλα έρχονται, σκάνε και κυλάνε μακριά, η γλίτσα του μάταιου που δημιουργεί το πολύ τηγάνισμα στις δυσκολίες δεν έχει ακόμη δημιουργηθεί. Είμαι απαστράπτουσα.

Κουνώ τα χέρια μου πάνω-κάτω σαν φτερούγες κι απογειώνομαι. Πετάω, απλώς ανυψώνομαι πάνω από τα κεφάλια του πλήθους, με απόλυτη φυσικότητα. Κόβω βόλτες πάνω από το κοινό μου, δοκιμάζω τις δυνάμεις μου σε διπλά και τριπλά τόλουπ, χωρίς τον παραμικρό φόβο ότι μπορεί και τα φτεροχέρια μου να με προδώσουν και να σωριαστώ στο πάτωμα. Το κοινό μου με παρακολουθεί εκστασιασμένο. Είναι όλοι αυτοί που με αγαπούν, πιστεύουν σε μένα, βλέπουν μέσα μου τη δύναμη, την ορμή, τον ενθουσιασμό που με κινούν και με κάνουν να προχωρώ, να κατακτώ, να ανοίγω το δικό μου δρόμο εκεί που οι άλλοι βλέπουν αδιέξοδα ή γκρεμούς. Με χαίρονται. Κι εγώ συνεχίζω να πετώ, πανευτυχής, η αγάπη τους είναι το καύσιμό μου.

Ξυπνώ και το όνειρο είναι εκεί. Για λίγο νιώθω ότι θα κουνήσω τα χέρια-φτερούγες και θα πετάξω. Για λίγο νιώθω ξανά απαστράπτουσα. Είμαι στη σημερινή μου ηλικία, αλλά μέσα μου είμαι 18 χρονών. Επανέρχομαι στην πραγματικότητα και θυμάμαι πότε εμφανίστηκε το όνειρο για πρώτη φορά: το 2000, στη μέση μιας επώδυνης ψυχοθεραπείας που έπαιρνε σταδιακά το δρόμο της, μόλις που άρχιζα να βλέπω λίγο φως. Από τότε, κάθε φορά που το όνειρο εμφανίζεται ξανά, θυμάμαι την πρωτη εκείνη φορά, εκείνη ακριβώς τη φάση της ζωής μου, που ακόμη όλα έξω ήταν σκατά αλλά μέσα μου ήξερα ότι κάτι είχε αλλάξει, είχα ξαναβρεί τη φλόγα μου, την πίστη μου. Ήταν θέμα χρόνου να αλλάξω τα σκατά σε χρυσάφι. Από τότε, κάθε φορά που το όνειρο ξανάρχεται νιώθω ότι κάποιος μου χαρίζει ξανά τη ζωή.
Έχουν κι άλλοι τέτοια όμορφα όνειρα; Δεν ξέρω. Μιλώ για όνειρα που έρχονται να σου θυμίσουν ότι αρκετό χρόνο έχεις ξοδέψει στην αυτολύπηση, αρκετά έμεινες κλεισμένος στο καβούκι σου, στο μόνο ασφαλές μέρος που γνωρίζεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Πήρες το χρόνο σου, έγλυψες τις πληγές σου, είδες όσα DVD άντεχες, έκανες όση ταβανοθεραπεία άντεξε το ταβάνι, τώρα ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσεις τον κόσμο γιατί λίγο ακόμη και το ταβάνι θα πέσει να σε πλακώσει. Τα ξέρεις όλα αυτά, αλλά έχεις βολευτεί εκεί στη γωνία του καναπέ και κάθε φορά που σκέφτεσαι ότι νισάφι πια, πρέπει να πάμε γι’ άλλα, σου βγάζεις μια άρνηση. Κι εκεί έρχεται το όνειρο, πολύ συγκεκριμένο και γνώριμο στη δική μου περίπτωση, για να δώσει μια μικρή κλωτσιά και να πει: αρκετά έμεινες στο χώμα, ήρθε η ώρα να πετάξεις.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 13, 2006

Η ψεύτρα κι ακαμάτρα

8 το πρωί. Έρχεται η κυρία που καθαρίζει το σπίτι (το οποίο σπίτι έχει πληρώσει τα σπασμένα της άρνησης/καταθλιπτικής διάθεσης/γενικότερης αδυναμίας να βρω νόημα στη ζωή τώρα-που-εκείνος-δεν-είναι-πια-εκεί και έχει να δει καθάρισμα της προκοπής από τον Ιούλιο. Τι να κάνω, το'παμε, δεν είμαι νοικοκυρά. Άλλες με το χωρισμό παίρνουν 10 κιλά, πέφτουν στα ναρκωτικά, πηγαίνουν σε χαρτορίχτρες, αλλάζουν τον αδόξαστο στα μαλλιά τους, χρεώνουν τις πιστωτικές. Εγώ δουλεύω σα σκυλί και τις υπόλοιπες ώρες κάνω ταβανοθεραπεία στον καναπέ. Σταυρώστε με).

Σημείωση: Η κυρία έχει μήνες να έρθει, γιατί ήταν κονέ του πρώην (να τον λέω μακαρίτη?) και φεύγοντας ο μακαρίτης την πήρε στο δικό του σπίτι. Τεσπα, στο πλαίσιο της ανανέωσης/αισιόδοξης ματιάς μου στο παρόν και στο μέλλον, την θερμοπαρακάλεσα να έρθει μόνο για ένα quickie καθάρισμα και ενέδωσε.

Αντικρίζει η κυρία το αχούρι (που έχω φροντίσει να τακτοποιήσω στοιχειωδώς το προηγούμενο ΣΚ, τόσο ώστε να μπορεί να μπει χωρίς να σκοντάψει σε 4 αριστερά παπούτσια, 1 sac voyage και 3 μαγιό). Δεν λέει τίποτα. Μόνο μια βεβιασμένη καλημέρα. Την αφήνω να εξοικειωθεί με το χώρο, να κάνει ό,τι καταλαβαίνει και μπαίνω για μπάνιο. Βγαίνω από το μπάνιο και επειδή έχω μήνες να τη δω, την πλησιάζω για λίγο small talk.

- Τι κάνεις?
- ΞΕΣΚΟΝΙΖΩ, μου απαντά με ντεκρανιασμένο ύφος.
- Δεν εννοούσα αυτό, εννοούσα πώς τα πας, λέω τρομαγμένη.

Μου λέει τα νέα της. της λέω τα δικά μου, χαιρόμαστε, τολμώ την επόμενη κίνηση.

- Θα μπορούσες να έρχεσαι 1 φορά το μήνα για λίγες ώρες?
- ΟΧΙ, ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ, το ντεκράν ύφος επανέρχεται. Πισωπατώ. Αλλά θα σου στείλω την ξαδέλφη μου. ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟ ΦΡΟΝΤΙΖΕΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ!
- Ναι, δίκιο έχεις, αλλά... (το μυαλό μου παίρνει χιλιάδες στροφές, μου έχουν πέσει τα μούτρα, είμαι μια ελεεινή άχρηστη τεμπέλα κι ακαμάτρα, τι διάολο, ο μακαρίτης την πληρώνει για να μου τσακίζει την αυτοπεποίθηση?). Αλλά... είναι που δε μένω σε αυτό το σπίτι, έρχομαι μόνο για να πάρω ρούχα και φεύγω.

Πολύ ωραία. Τώρα εκτός από τα προηγούμενα είμαι ΚΑΙ κακή ψεύτρα.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 11, 2006

Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας

Από ομιλία της Μαρίας Τροχάνη-Ευσταθίου (Ειδική Γραμματέας Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Ένταξης του υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης): "Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που έχουμε στα χέρια μας, η κατάθλιψη και οι αγχώδεις διαταραχές αποτελούν τις πλέον συνηθισμένες μορφές κακής ψυχικής υγείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σήμερα, στις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αυτοκτονούν ετησίως περίπου 58.000 πολίτες, αριθμός που υπερβαίνει κατά πολύ τους θανάτους από τροχαία ατυχήματα ή ανθρωποκτονίες. Μέχρι δε το 2020, προβλέπεται ότι η κατάθλιψη θα είναι η σοβαρότερη αιτία ασθένειας στον ανεπτυγμένο κόσμο."
WOW

Κυριακή, Οκτωβρίου 08, 2006

Χωρίζοντας με αξιοπρέπεια

Βράζω. Εδώ κι ένα μήνα νιώθω σαν αυτά τα cartoon που βγάζουν ατμούς από τα αυτιά. Ώρες ώρες μπορεί και να βγάζω ατμούς από τα αυτιά, απλώς δεν είναι κανείς εκεί για να το παρατηρήσει. Ποιος είπε ότι πρέπει να χωρίζουμε με αξιοπρέπεια??? “She left with dignity” και μαλακείες. Μόνο στο «Περηφάνεια και Προκατάληψη» συνέβαιναν αυτά κι εκεί έπρεπε να έχουν μείνει. Τι σχέση έχουν τέτοιες συμπεριφορές με μένα????

Γύρισα την πλάτη μου κι έφυγα και νά ‘μαι εδώ ένα μήνα μετά να γράφω για ατμομάγειρες και να ξεκατινιάζομαι διαδικτυακά μήπως και βρει διέξοδο αυτός ο απίστευτος θυμός που βράζει, βράζει, βράζει και με καταβάλλει. Διότι η αξιοπρέπεια επιβάλλει όχι απλώς να το ράψεις και να τσακιστείς να φύγεις, αλλά να το ράψεις και γενικώς. Τουτέστιν, είναι ανεπίτρεπτο να γυρνάς στην πόλη και να διηγείσαι σ’ όποιον βρίσκεις μπροστά σου το χρονικό ενός προαναγγελθέντος χωρισμού (διαδικασία που προσωπικά βρίσκω εξόχως ψυχοθεραπευτική και εξισορροπητική), με κάθε ανατριχιαστική λεπτομέρεια. Για να είμαι ειλικρινής, το παραπάνω δεν το υπαγορεύει μόνο η αξιοπρέπεια, αλλά και ο σεβασμός για το κοινό μου: αν ήταν ο πρώτος χωρισμός, άντε ο δεύτερος (με το συγκεκριμένο άτομο) θα υπήρχε κι ένα ενδιαφέρον από την πλευρά του κοινού. Εδώ μιλάμε για τον 7ο – 8ο, ίσως και παραπάνω, έχουμε χάσει το λογαριασμό, επομένως δεν υπάρχει κανένα στοιχείο έκπληξης, καμία πρωτοτυπία, ούτε καν στην αφορμή που οδήγησε στο χωρισμό.

Το γεγονός παραμένει. Περνώ την εργάσιμη εβδομάδα με εργασιοθεραπεία. Εκεί στο τρίτο budget της ημέρας ανεβάζω ξαφνικά παλμούς, ιδρώνω, φουντώνω, ΘΥΜΩΝΩΩΩΩ. Πρώτα έρχεται το ψυχοσωματικό και μετά οι σκέψεις. Κρατά για κανένα δεκάλεπτο, τέταρτο. Το ξεπερνώ. Γυρνώ στο σπίτι βράδυ, σκοπίμως εξαντλημένη και διαβάζω βιβλία management μέχρι να με πάρει ο ύπνος. Και περνά η εβδομάδα. Κι έρχεται το ευλογημένο ΣΚ. Χα. Έχω δύο ολόκληρα 48ωρα να μηρυκάσω τις ίδιες και τις ίδιες σκέψεις. Να φουντώσω με την ησυχία μου γι΄αυτό και για εκείνο και για το άλλο. Να παίξω στο μυαλό μου τη σκηνή του χωρισμού διαφορετικά. Δεν φεύγω, μένω εκεί. Τον βρίζω, τον κάνω σκουπίδι, μετά τον δέρνω κιόλας (εντάξει, όχι πολύ, εντάξει, μόνο αν δεν έχω ξεθυμάνει με το να τον βρίσω) και μετα το μεγάλο φινάλε: καταστρέφω τους φρεσκοβαμένους τοίχους στο καινούριο διαμέρισμα, σπάζω τον υπολογιστή, τον προτζέκτορα και το ηχοσύστημα, χαράζω απ’ άκρη σ’ άκρη το καινούριο αυτοκίνητο και τότε...Ναι, τότε μπορώ να φύγω με αξιοπρέπεια.

Ξέρω καλά ότι ο θυμός δεν έχει να κάνει με εκείνον. Στην ουσία δεν έχω για κάτι να του θυμώσω. Απλώς ήταν ο εαυτός του, αυτός ο τόσο ακατάλληλος για μένα εαυτός του, με τις ίδιες κι απαράλλαχτες συμπεριφορές που πριν από 4 χρόνια είχα για πρώτη φορά ανακαλύψει και ναι, τότε είχα σοκαριστεί και είχα θυμώσει μαζί του. Τότε, θυμάμαι, επαναλάμβανα: «Πώς μπόρεσες να μου φερθείς με αυτό τον τρόπο?». Και να οι συγγνώμες και να οι όρκοι και να τα «σου υπόσχομαι μωρό μου, ήταν μια κακιά στιγμή, ποτέ δεν θα σε στεναχωρήσω ξανά». Μάλλον καταλαβαίνετε γιατί είμαι τόσο θυμωμένη σήμερα. Γιατί ξέρω ότι ο κάθε άνθρωπος εκεί έξω μπορεί να συμπεριφέρεται όσο καλά ή όσο άσχημα, με όσο σεβασμό ή με όση προστυχιά γουστάρει. Το αν θα επιτρέψω να με αγγίξει η οποιαδήποτε συμπεριφορά, το αν θα δώσω χώρο και χρόνο σε κάποιον που επανειλλημένα και ξεκάθαρα έχει δείξει ότι δεν με σέβεται και δεν με αγαπά είναι δικό μου θέμα.

Είναι δύσκολο να θυμώνεις με τον εαυτό σου. Είναι ισοπεδωτικό να χάνεις πάσα ιδέα για την πάρτη σου. Είναι τρομακτικό να μη γουστάρεις αυτό που έχεις γίνεις. Είναι πιο εύκολο να οραματίζεσαι ότι φτύνεις κατάμουτρα αυτόν που εσύ του επέτρεψες να σε φτύσει.

Σάββατο, Οκτωβρίου 07, 2006

Zωή στον αυτόματο

Στη ζωή όλα μπορούν να συμβούν. Εκεί ας πούμε που προγραμματίζεις τις πασχαλινές σου διακοπές κι ελπίζεις ότι λίγο κρασί, λίγη θάλασσα θα αιμοδοτήσουν την αραχνιασμένη σχέση με το αγόρι σου, το αγόρι μπαίνει στο νοσοκομείο για χημειοθεραπείες. Η Μεγάλη Εβδομάδα κρατά 6 μήνες και βάλε, ο κούνελος του Πάσχα δε λέει να εμφανιστεί, η ζωή σου μπαίνει στον αυτόματο πιλότο. Δουλειά, νοσοκομείο, σπίτι, κλάμα, ύπνος, δουλειά και πάλι από την αρχή. Κάποιες στιγμές σκέφτεσαι αν κάνεις σωστά που έχεις βάλει τη ζωή σου στον αυτόματο. Ως γνωστόν όμως η μη-επιλογή είναι πιο εύκολη από την επιλογή. Αν και η μη-επιλογή συνιστά οπωσδήποτε μια επιλογή: αυτή του να αποφεύγεις να πιάσεις το τιμόνι της ζωής σου στα χέρια σου και είτε να συνεχίσεις στην κατεύθυνση που έχεις πάρει είτε να κάνεις u turn. Λογικό. Μερικές φορές το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι οικονομία δυνάμεων και να παίρνεις τη ζωή μια μέρα τη φορά. Ειδικά όταν κάθε μέρα παίζεται η ζωή του αγοριού.

Μέσα σου εύχεσαι να έρθει κάποιος να σου πει «Και τώρα πάρτο έτσι / αλλιώς / κάπως». Χα.

Τη στιγμή ακριβώς που συζητάς τα παραπάνω στις φίλες σου over coffee/thai noodles/κινέζικο delivery έχεις μια υποψία ότι η ζωή σου όπου νά’ναι θα γίνει σαν σίριαλ της Άννας Ανδρανού, αλλά και πάλι δεν είσαι πολύ σίγουρη. Όταν λέμε σίριαλ Άννας Ανδριανού εννοούμε ένα απ’ αυτά που ξαφνικά εμφανίζεται ένας ψηλός μελαχροινός γοητευτικός άνδρας που σου θυμίζει ότι η ζωή εκεί έξω συνεχίζεται κι έχει γέλιο, χάδι, φλερτ, αγκαλιά και ανάγκες δικές σου που, για αλλαγή, πρέπει να καλυφθούν. Έτσι για να συνδυάσουμε την Άννα Ανδριανού με τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη, ας υποθέσουμε ότι αυτός ο γοητευτικός άνδρας δεν ήρθε για να μείνει, αλλά βρίσκεται στην πόλη για δυο μέρες μόνο, γιατί π.χ. είναι ταγμένος στην έρευνα για την γρίπη των πουλερικών και κρατά ένα ολόκληρο εργαστήριο στις πλάτες-τούμπανο, γι΄αυτό και πρέπει να τσακιστεί να γυρίσει στο Τόκυο. Λέμε τώρα.

Στη ζωή όλα μπορεί να συμβούν. Μπορεί και απολύτως τίποτα. Όταν η ζωή σου φέρνει έναν ψηλό μελαχροινό με πλάτες-τούμπανο all the way από το Τόκυο, μάλλον είναι ο τρόπος της να σου ρίξει μια στα μούτρα μπας και καταλάβεις ότι ήρθε η ώρα να πάρεις πάλι το τιμόνι στα χέρια σου. Και να πας σ΄όποια κατεύθυνση τελικά γουστάρεις.



Tι είδε ο ατμομάγειρας

Ο ατμομάγειρας είναι συνήθως σύμβολο της προσπάθειας για μια καλύτερη, πιο υγιεινή κι ελαφριά διατροφή. Ο δικός μου ατμομάγειρας είναι σύμβολο της αδυναμίας μου να οδηγήσω μια σχέση σε ευτυχή κατάληξη, όπου ευτυχής κατάληξη=γάμος.

Ο ατμομάγειρας ήταν δώρο γάμου για ένα γάμο που δεν έγινε ποτέ. Για την ακρίβεια ήταν μέρος της οικοσκευής που στήθηκε κατά την περίοδο ενός άτυχου αρραβώνα (μη φανταστείτε μονόπετρα, τραπεζώματα με σόγια και τέτοια, he proposed με τον κρίκο από ένα κουτί μπύρα και ήταν τόσο αυθόρμητος κι ενθουσιώδης που με επεισε, ήμουν και 24, ωραίες εποχές, πάνε αυτά, πάμε γι΄άλλα). Δεν έχω ιδέα γιατί απ’ όλα όσα θα μπορούσα να έχω ζητήσει εκείνη την εποχή, ζήτησα ατμομάγειρα. Μάλλον γιατί τα παλιά εκείνα χρόνια έκρινα πιο σημαντικό το να έχω γραμμωμένους κοιλιακούς τρώγοντας άνοστο φιλέτο γαλοπούλας με μπρόκολο από το να τρώω 1 πακέτο μακαρόνια την ημέρα, όπως έκανα αμέσως μετά από το άδοξο τέλος του αρραβώνα (ξέρω, ο υδατάνθρακας δεν αντικαθιστά την αγάπη, αλλά εκείνη την εποχή δεν υπήρχε κάτι πιο κοντινό σε αγάπη στο σπίτι μου). Τέλος πάντων, ο ατμομάγειρας μετακόμισε στο καινούριο εργένικο διαμέρισμα όπου και έμεινε να σκονίζεται πάνω στον απορροφητήρα μέχρι να έρθει να τον βγάλει από την αφάνεια ο επόμενος έρωτας.

Με τον ερχομό του επόμενου έρωτα ο ατμομάγειρας κατέβηκε από τον απορροφητήρα και γνώρισε μεγάλες δόξες. Καθώς ο νέος έρωτας απαίτησε μια στροφή στην παράδοση (μου αρέσει η γυναίκα να μαγειρεύει=άμα θες να γίνεις κυρία Κοκοβίκου στρώσε τον κώλο σου στην κουζίνα και φτιάξε κανένα πιάτο φαϊ) και προκειμένου να μη γίνουμε κι οι δυο 150 κιλά επιστράτευσα όλη μου τη δημιουργικότητα για να κάνω τα ατμομαγειρευτά φαγιά μου νόστιμα. Το ελεεινό λευκό πλαστικό καλαθάκι του ατμομάγειρα γρήγορα έβαψε από το κάρυ και το σαφράν με τα οποία πότιζα τα κοτόπουλα και τους σολωμούς. Δεν έσκασα όμως. Μπρος στην αγάπη, ας πάει και το παλιάμπελο.

Φαίνεται πως οι πειραματισμοί μου στην κουζίνα έφεραν αποτέλεσμα. Με τα πολλά μετακομίσαμε ο έρωτας, εγώ κι ο ατμομάγειρας σε νέο, ευρύχωρο διαμέρισμα. Και οι πειραματισμοί συνεχίστηκαν. Δυστυχώς, όπως γρήγορα διαπίστωσα, η στροφή στην παράδοση απαιτεί πολλά περισσότερα skills από τη μαγειρική. Για παράδειγμα, μια γυναίκα με παραδοσιακές αξίες πρέπει απαραιτήτως να απολαμβάνει το νοικοκυριό (ακόμη κι όταν ο μισθός της επιτρέπει να πληρώνει κάποια άλλη γυναίκα για να το κάνει). Εκεί δυσκολεύτηκα. Προσπάθησα, μάλλον όχι όσο έπρεπε. Απέτυχα. Γιατί το θέμα δεν ήταν να «φροντίζω το νοικοκυριό» (τι υπέροχη έκφραση, πόσες γλυκές εικόνες από περασμένες δεκαετίες φέρνει στο μυαλό). Το θέμα ήταν να «απολαμβάνω να φροντίζω το νοικοκυριό». Ο έρωτας γύρισε στο πατρικό του, ο ατμομάγειρας μετακόμισε πάνω στον απορροφητήρα και ο υδατάνθρακας γύρισε στην καθημερινή μου διατροφή. Από την μακροχρόνια αυτή σχέση κράτησα το διαμέρισμα και –για λόγους που σχετίζονται ξεκάθαρα με τα ελεεινά παιδικά μου χρόνια, τη διαταραγμένη μου προσωπικότητα και την απολύτως λανθασμένη απόφασή μου να σταματήσω την ψυχοθεραπεία στους 6 μήνες- ένα βαθιά ριζωμένο αίσθημα incompetence. Διότι, τι σημασία έχει αν στη δουλειά μου είμαι σκυλί αν δεν είμαι άξια να στήσω και να φροντίσω ένα νοικοκυριο?

Ο έρωτας αποφάσισε κάποια στιγμή ότι άλλο σύντροφος και άλλο οικιακή βοηθός ή καλύτερα, ότι τα υπόλοιπα skills μου (κρεβατικά, ψυχολογικής υποστήριξης, ανοχής κ.λπ.) ήταν τόσα που θα μπορούσε να παραβλέψει την μικρή μου αυτή «αναπηρία». Επίσης, μου περιέγραψε με γλαφυρότητα το όραμά του για την όμορφη ζωή που θα κάναμε στο διαμέρισμα που μόλις είχε αγοράσει, εμείς και τα όμορφα παιδιά μας. Τι θέλει η γυναίκα σήμερα? Ένα όραμα. Μην ξεχνάτε ότι συμφώνησα να παντρευτώ κάποιον γιατί βρήκα ρομαντικό το ότι μου το πρότεινε με έναν κρίκο από το καπάκι του κουτιού μιας μπύρας, τέτοιο κορίτσι είμαι. Επειδή η εντοιχισμένη κουζίνα δεν είχε ακόμη εγκατασταθεί στο καινούριο διαμέρισμα που θα στέγαζε τον αναστημένο έρωτά μας –κι επειδή σιχαίνομαι το delivery- μια νύχτα κατέβασα τον ατμομάγειρα από τον απορροφητήρα και τον μετακόμισα στην ερωτική φωλιά, μαζί με 3 πουκάμισα, 2 παντελόνια, 1 πακέτο μαντιλάκια ντεμακιγιάζ και μια οδοντόβουρτσα.

Σήμερα ο ατμομάγειρας γύρισε σπίτι του. Ένας άντρας με παραδοσιακές αξίες δύσκολα ασπάζεται τον μοντερνισμό. Μπορεί να κάνει τα στραβά μάτια για λίγο καιρό, αλλά γρήγορα η προσήλωσή του στην παράδοση θα βρει διέξοδο και τρόπο έκφρασης. Για παράδειγμα, ο παραδοσιακός άντρας θεωρεί ότι όταν η ολίγον alternative σύντροφος αποτυγχάνει στο να συμμορφωθεί με τα παραδοσιακά πρότυπα, αυτό αποτελεί αμφισβήτηση του ανδρισμού του, των ρόλων κ.λπ.. Κατά συνέπεια, όχι μόνο δικαιούται αλλά οφείλει στον εαυτό του να αναζητήσει εκτός σχέσης την επιβεβαίωση που η alternative του στέρησε. Και όχι μόνο το κάνει, αλλά είναι και πολύ βλάκας για να το κρύψει (θέλει η πουτάνα να κρυφτεί κι η χαρά δεν την αφήνει, λέει μια σοφή παροιμία). Ή μάλλον δεν θέλει να το κρύψει, θέλει να στο τρίψει στα μούτρα γιατί εσύ φταις, που είσαι ανίκανη να φερθείς σαν σωστή γυναίκα.

Ο ατμομάγειρας γύρισε οριστικά σπίτι. Νιώθω ότι –προς το παρόν, μη λέω και μεγάλα λόγια- κατάφερα τουλάχιστον να απαλλαγώ από το αίσθημα ανικανότητας που δεν είμαι σωστή οικοδέσποινα και νοικοκυρά. Προς το παρόν, ευτυχώς, δεν τραβάω κανένα ζόρι που δεν ανταποκρίθηκα στα υψηλά πρότυπα του πρώην έρωτα. Παρ΄όλα αυτά, I could use some psychotherapy μπας και ξεπεράσω αυτό το απίστευτο άγχος αποχωρισμού που με εμποδίζει να χωρίσω με την καρδιά μου, να καταφέρω δηλαδή αυτόν τον χωρισμό που κλείνεις την πόρτα πίσω σου και ο άλλος περνά στην ανυπαρξία. Δε βαριέσαι, αυτό είναι θέμα άλλου post.

Κυριακή, Οκτωβρίου 01, 2006

H νέα ανδρική δημοσιογραφία

To καινούριο μηνιαίο ανδρικό ένθετο σε κυριακάτικη εφημερίδα μιλά στην ευαίσθητη γυναικεία καρδιά μου ήδη από το editorial: «εξευρευνούμε την παραγνωρισμένη πατρότητα, αυτή την ανεξερεύνητη –σε σχέση με τη μητρότητα –κατάσταση». Wow, σκέφτομαι, επιτέλους, όχι άλλες μάτσο συμβουλές τύπου «Ρίξ’ την στο κρεβάτι σε 3 απλά βήματα».

Διαβάζω όμως συμβουλές τύπου «πέρασε χρόνο με το παιδί σου, δώσε του το καλό παράδειγμα με τη συμπεριφορά σου, δείξε του ότι υπάρχουν όρια και αν όλα τα παραπάνω φαίνονται πολύ δύσκολα ένα φιλί και ένα χάδι τη σωστή στιγμή θα κάνουν τη δουλειά». Wow, ποιος δαιμόνιος συντάκτης τα σκέφτηκε όλα αυτά;

Γυρνώ σελίδες και πέφτω πάνω σε άρθρο που σκιαγραφεί την κατάσταση burn-out η οποία απειλεί το μέσο στέλεχος στη χώρα μας. Ο ήρωας είναι 40χρονος marketing manager που ζει σε ρετιρέ με καφετιέρα που ενεργοποιείται αυτόματα από το ξυπνητήρι και mini-gym, που παίζει σκουός 3 φορές την εβδομάδα και με 30άρα health freak γκόμενα, επίσης στέλεχος σε πολυεθνική. Ένα πρωί, ο marketing manager ξυπνά το κουρέλι το ίδιο. Η σκέψη που σχηματίζεται στο μυαλό του είναι η εξής: «Περνώ την κρίση των 40». Όπου η κρίση των 40 για τον ήρωά μας συνοψίζεται στο εξόχως υπαρξιακό «πάνε πια οι εποχές που έσκιζα τον ανταγωνισμό όλη μέρα στο γραφείο, στα καπάκια έσκιζα και τον Παντελή στο σκουός, μετά έβγαινα για κανένα ποτάκι και τέλος γαμούσα όλη νύχτα μέχρι το άλλο πρωί (όχι απαραίτητα την health freak γκόμενα, φαντάζομαι εγώ, αλλά μην με παίρνετε σοβαρά, μερικές φορές γίνομαι πικρόχολη με την επιτυχία των άλλων, μου το λένε κι οι φίλοι μου)». Ο από μηχανής θεός είναι ο Ιάπωνας του διπλανού διαμερίσματος που γνωρίζει ότι η εξάντληση που χτυπά τον υπερδραστήριο ήρωα είναι προάγγελος του «καρόσι», ενός συνδρόμου που σκοτώνει τα στελέχη στην Ιαπωνία από τη μια μέρα στην άλλη. Με τη βοήθεια μιας απλής συσκευής που του χαρίζει ο γείτονας, ο ήρωάς μας μαθαίνει να αξιολογεί κάθε δραστηριότητα σε κόκκινη (περιττή ή τον φορτίζει αρνητικά ή ρουφά πολύτιμη ενέργεια), πορτοκαλί (ουδέτερη), πράσινη (θετική). Το άρθρο τελειώνει με την κατάταξη της γκόμενας στα κόκκινα, της δουλειάς στο πορτοκαλί και της μουσικής στο πράσινο.

Δεν μπορώ παρά να σκεφτώ με συμπάθεια την 30άρα health freak γκόμενα. Έχει σκιστεί τόσο καιρό στα συμπληρώματα διατροφής, στη δίαιτα Atkins, στα power pilates, στα meetings και στο kanoe kayak ώστε να διεκδικήσει μια μέρα με αξιώσεις μία θέση στην καρδιά και στο διθέσιο του πολύφερνου marketing manager. Κι όλα γκρεμίζονται σε μια στιγμή από ένα γιαπωνέζο. Και πώς καλέ μου editor θα μπορέσει ο σαραντάρης να γίνει πατέρας αν με τόση ευκολία τον ωθείς να κατατάξει τη γκόμενα στις στρεσογόνες δραστηριότητες;
Έχω μπερδευτεί. Ξαφνικά νιώθω μια απέραντη νοσταλγία για το Cosmopolitan: οι συμβουλές του, πολύ πιο απλές στην εφαρμογή τους (δεν πέφτεις στην ανάγκη του γείτονα, ούτε φοβάσαι μην σου τελειώσει ξαφνικά η μπαταρία της συσκευής αξιολόγησης, τα μόνα που χρειάζεσαι για να αντιμετωπίσεις την όποια κρίση είναι αισιοδοξία, ένα φιλόπονο στόμα κι ένα ροζ στρινγκ) είναι αν μη τι άλλο και πολύ πιο φιλικές για το ανδρικό φύλο.
eXTReMe Tracker