Το Μαράκι και οι εξαφανίσεις
To Μαράκι ξεκίνησε από το Ρέθυμνο με πολλά όνειρα. Κάτι που ήταν χαριτωμένη (ο ορισμός της χαριτωμενιάς, με πράσινα ματάκια, ξανθά μαλλάκια, κοντά στο 1,50 που όμως δεν το πρόσεχες, γιατί σε αποσπούσε ο θόρυβος, ναι, το Μαράκι έκανε πολύ θόρυβο στο πέρασμά του), κάτι που ήταν καταφερτζού, το ένα όνειρο μετά το άλλο γίνονταν πραγματικότητα. Στην πορεία προς την κατάκτηση της μεγάλης πόλης πετούσε σιγά-σιγά από πάνω της ό,τι τη βάραινε: τον γκόμενο-αιώνιο έφηβο που προτιμούσε να παίζει φρουτάκια απ’ ότι να ανεβαίνει τη σκάλα της ιεραρχίας, τα lurex μίνι φορέματα που της θύμιζαν ότι είχε διανύσει χιλιόμετρα σερβίροντας «Τζίβας με την κόκα χωριστά», τα παπούτσια-κοθόρνους κ.ά. Ακριβώς όπως κάνει κάθε κοπέλα που θέλει να φτάσει σε ψηλές κορφές, αλλά το παρελθόν της επιμένει να την τραβά στα πεδινά.
Το μόνο που της έλειπε για να συμπληρώσει το τρίπτυχο ομορφιά-καριέρα-σχέση ήταν η σχέση. Υπήρχε βεβαίως ο μέντοράς της (πάντα υπάρχει ένας μέντορας), αλλά κάτι η σύζυγος, κάτι τα 3 παιδιά, σχέση δεν τον έλεγες. Το Μαράκι, λοιπόν, αφιερώθηκε στο κυνήγι της σχέσης. Υποστηρικτής της στο δύσκολο αυτό έργο η καλύτερή της φίλη, η οποία είχε 5-6 πρώην κατακτήσεις που στην πορεία της είχαν ξινίσει. Γιατί να μην αξιοποιηθούν οι υπάρχουσες γνωριμίες, σκέφτηκε το Μαράκι. Ήταν κι η συγκάτοικος ανώτερος άνθρωπος, πρόβλημα ουδέν. Όλους τους γνώρισε το Μαράκι. Όλους τους πήρε. Κανείς δεν της έκατσε. Στο ενδιάμεσο, το Μαράκι χτύπησε κι άλλους τόσους σε μπαρ, μπουζούκια, γραφείο, αλλά μάταια, κανείς δεν ήταν «Αυτός», «Ο Πρίγκηπας», ήταν όλοι τους βάτραχοι.
Και τώρα αρχίζουν τα ζόρια. Με την εμφάνιση του Πρίγκηπα. Δεν ήταν όμορφος. Ήταν όμως το ίδιο ζώδιο με τον μέντορα, κι αυτό κάτι της κούνησε βαθιά μέσα της. Δεν είχε κοιλιακούς να παίζεις τρίλιζα. Είχε όμως cabrio, κι αυτό την αναστάτωνε. Δεν είχε μάτια πλάνα. Ήταν όμως γιατρός σε πολλά υποσχόμενη ειδικότητα, κι αυτό την ερέθιζε (κι αχρείαστος να’ ναι, ένας γιατρός στο σπίτι πάντα πρέπει να υπάρχει). Τέλος, Αυτός είχε πέσει στον έρωτά της. Επί δύο ολόκληρες μέρες τη φλέρταρε διακριτικά (σε αντίθεση με κάτι άλλους μουντρούχους που είχε γνωρίσει), ήταν καλός με τις φίλες της, ήταν αστείος, ήταν ανοιχτοχέρης. Την κοιτούσε στα ματια και χανόταν. Της έλεγε λόγια γλυκά. Όταν δε την είπε «κορίτσι φράουλα», το αποφάσισε. Θα του δινόταν. Και του δόθηκε. Είχε κάνει και καλύτερα κρεβάτια, πολύ καλύτερα. Αλλά, για όλους τους καλούς λογους που αναλύσαμε παραπάνω, αποφάσισε ότι δε βαριέσαι, άμα θέλει καλό σεξ έχει πρόχειρο το μέντορα. Και τον ερωτεύτηκε μέσα σε μια νύχτα το Νικόλα, κατά τη διάρκεια ενός κρεβατιού που ήταν ομολογουμένως μέτριο (κακό θα το έλεγε, αλλά ήταν ερωτευμένη).
Η επόμενη μέρα κύλησε μέσα σε μια γλυκιά παραζάλη. Κάπου προς το μεσημέρι είναι αλήθεια ότι το κορίτσι-φράουλα σκέφτηκε για μια στιγμή ότι ο Πρίγκηπας θα έπρεπε λογικά να της στείλει μια αγκαλιά τριαντάφυλλα στο γραφείο, σε ανάμνηση της βραδιάς που πέρασαν μαζί. Μπα, θα έχει πήξει με την εφημερία, σκέφτηκε και το ξεπέρασε.
Εκεί γύρω στο απόγευμα σκέφτηκε ότι τουλάχιστον θα έπρεπε να της έχει στείλει ένα sms. Δεν βαριέσαι, θα κοιμάται το γλυκό μου, 5 Τζόνι κατέβασε χτες, σκέφτηκε και απόδιωξε την κακιά σκέψη.
Στις 8 το βράδυ, συνάντησε την πιστή φίλη, το συζήτησε και αποφάσισε να ρίξει τα μούτρα της και να του τηλεφωνήσει. Στο κινητό. Δεν απάντησε. Στο σταθερό. Δεν απάντησε. Στο κινητό (με απόκρυψη) και στο σταθερό (η πιστή φίλη) ταυτοχρόνως, σε μια απόπειρα αιφνιδιασμού. Δεν απάντησε.
Το κορίτσι φράουλα δεν πτοήθηκε. Επί μία ώρα πατούσαν το redial κι αυτή κι η κολλητή. Στο τέλος, απόκαμαν και ήρθε η ώρα των υποθέσεων:
Μήπως έχασε το κινητό του?
Μήπως του έκλεψαν το κινητό του?
Μήπως του έκλεψαν και το σταθερό του?
Μήπως το παθιασμένο σμίξιμό τους ήταν γι’ αυτόν αποκάλυψη και χρειαζόταν το χρόνο του για να χωνέψει ότι ναι, τόση ηδονή μπορεί να συνυπάρξει με τόση αγάπη?
Μήπως είχε πεταχτεί μέχρι τον Καίσαρη να διαλέξει μονόπετρο και δεν έπιανε η Telestet (για τόσο παλιά μιλάμε)?
Μήπως μπήκαν οι Τούρκοι να κάψουν τα σπίτια μας κι έγινε επιστράτευση?
Μήπως έπεσε θύμα απαγωγής εξωγήινων?
«Βρε, μήπως βάζεις δόντι στην πίπα?», την διέκοψε η πεζή -πλην πρακτική- κολλητή.
Πιφφ, πάει, ο Πρίγκηπας είχε εξαφανιστεί. Το κορίτσι φράουλα έμεινε ένα απλό κορίτσι. Σιγά, το Μαράκι δεν θα γινόταν ποτέ ένα απλό κορίτσι. Ρίχτηκε με πείσμα και σύστημα στην αναζήτηση του επόμενου Πρίγκηπα. Κάτι όμως είχε αλλάξει. Η εξαφάνιση του Πρίγκηπα λες και πότισε το δέρμα της με φόβο και λύσσα. Κι οι άντρες το μύριζαν. Κι εξαφανίζονταν. Μ΄αυτά και με τ΄άλλα, το Μαράκι εξαφάνισε εκείνο το χειμώνα
ολόκληρη την παρέα της κολλητής από το Λύκειο (6 αγόρια σαν τα κρύα τα νερά, απ΄του Κωστέα-Γείτονα, ούτε στο reunion δε φάνηκαν, μάλλον από το φόβο του Μαρακίου), 4 φίλους του γκόμενου της κολλητής και δεν μετρήσαμε πόσους κομπάρσους από μπαρ, μπουζούκια κ.λπ.
Έφτασε το καλοκαίρι. Το Μαράκι ήταν απαρηγόρητο. Ζήτησε τη βοήθεια της επιστήμης. Ο ψυχίατρος ήταν κάτι σαν δικός της άνθρωπος, φίλος φίλης που για κάποιο λόγο δεν ήταν του γούστου της, διαφορετικά σήμερα θα τον ψάχναμε κι αυτόν στις «Αναζητήσεις». Την άκουσε προσεκτικά. Κατά διαστήματα κουνούσε το κεφάλι όπως μόνο οι ψυχίατροι ξέρουν να κουνούν το κεφάλι, με ένα τρόπο που δεν μπορείς να καταλάβεις αν σε ακούει με ενσυναίσθηση ή αν κάνει ότι σε ακούει ενώ σκέφτεται «γαμώ την τύχη μου, με την κωλοδουλειά που διάλεξα, καλύτερα γκασταρμπάιτερ να έπλενα πιάτα στο Λεβερκούζεν». Εκείνη ξεδίπλωσε το δράμα της με κάθε λεπτομέρεια.
- Αυτά είναι όλα. Λοιπόν?
Είχε ανάγκη να ακούσει απ΄το στόμα του μια λογική εξήγηση. Ας πούμε κάτι για το φόβο των αρσενικών απέναντι στη δέσμευση. Όλα αυτά τα μήπως που βασάνιζαν το μυαλό της της είχαν τρελάνει.
- Μαράκι, σε ξέρω πολλά χρόνια και θα σου μιλήσω περισσότερο σαν φίλος παρά σαν γιατρός.
- Ναι?
- Μαράκι, όπως μου τα περιέγραψες ένα πράγμα μπόρεσα να καταλάβω.
- Ναι, ναι?
- Μαράκι, αυτό δεν είναι μουνί, είναι ο David Copperfield.
Το μόνο που της έλειπε για να συμπληρώσει το τρίπτυχο ομορφιά-καριέρα-σχέση ήταν η σχέση. Υπήρχε βεβαίως ο μέντοράς της (πάντα υπάρχει ένας μέντορας), αλλά κάτι η σύζυγος, κάτι τα 3 παιδιά, σχέση δεν τον έλεγες. Το Μαράκι, λοιπόν, αφιερώθηκε στο κυνήγι της σχέσης. Υποστηρικτής της στο δύσκολο αυτό έργο η καλύτερή της φίλη, η οποία είχε 5-6 πρώην κατακτήσεις που στην πορεία της είχαν ξινίσει. Γιατί να μην αξιοποιηθούν οι υπάρχουσες γνωριμίες, σκέφτηκε το Μαράκι. Ήταν κι η συγκάτοικος ανώτερος άνθρωπος, πρόβλημα ουδέν. Όλους τους γνώρισε το Μαράκι. Όλους τους πήρε. Κανείς δεν της έκατσε. Στο ενδιάμεσο, το Μαράκι χτύπησε κι άλλους τόσους σε μπαρ, μπουζούκια, γραφείο, αλλά μάταια, κανείς δεν ήταν «Αυτός», «Ο Πρίγκηπας», ήταν όλοι τους βάτραχοι.
Και τώρα αρχίζουν τα ζόρια. Με την εμφάνιση του Πρίγκηπα. Δεν ήταν όμορφος. Ήταν όμως το ίδιο ζώδιο με τον μέντορα, κι αυτό κάτι της κούνησε βαθιά μέσα της. Δεν είχε κοιλιακούς να παίζεις τρίλιζα. Είχε όμως cabrio, κι αυτό την αναστάτωνε. Δεν είχε μάτια πλάνα. Ήταν όμως γιατρός σε πολλά υποσχόμενη ειδικότητα, κι αυτό την ερέθιζε (κι αχρείαστος να’ ναι, ένας γιατρός στο σπίτι πάντα πρέπει να υπάρχει). Τέλος, Αυτός είχε πέσει στον έρωτά της. Επί δύο ολόκληρες μέρες τη φλέρταρε διακριτικά (σε αντίθεση με κάτι άλλους μουντρούχους που είχε γνωρίσει), ήταν καλός με τις φίλες της, ήταν αστείος, ήταν ανοιχτοχέρης. Την κοιτούσε στα ματια και χανόταν. Της έλεγε λόγια γλυκά. Όταν δε την είπε «κορίτσι φράουλα», το αποφάσισε. Θα του δινόταν. Και του δόθηκε. Είχε κάνει και καλύτερα κρεβάτια, πολύ καλύτερα. Αλλά, για όλους τους καλούς λογους που αναλύσαμε παραπάνω, αποφάσισε ότι δε βαριέσαι, άμα θέλει καλό σεξ έχει πρόχειρο το μέντορα. Και τον ερωτεύτηκε μέσα σε μια νύχτα το Νικόλα, κατά τη διάρκεια ενός κρεβατιού που ήταν ομολογουμένως μέτριο (κακό θα το έλεγε, αλλά ήταν ερωτευμένη).
Η επόμενη μέρα κύλησε μέσα σε μια γλυκιά παραζάλη. Κάπου προς το μεσημέρι είναι αλήθεια ότι το κορίτσι-φράουλα σκέφτηκε για μια στιγμή ότι ο Πρίγκηπας θα έπρεπε λογικά να της στείλει μια αγκαλιά τριαντάφυλλα στο γραφείο, σε ανάμνηση της βραδιάς που πέρασαν μαζί. Μπα, θα έχει πήξει με την εφημερία, σκέφτηκε και το ξεπέρασε.
Εκεί γύρω στο απόγευμα σκέφτηκε ότι τουλάχιστον θα έπρεπε να της έχει στείλει ένα sms. Δεν βαριέσαι, θα κοιμάται το γλυκό μου, 5 Τζόνι κατέβασε χτες, σκέφτηκε και απόδιωξε την κακιά σκέψη.
Στις 8 το βράδυ, συνάντησε την πιστή φίλη, το συζήτησε και αποφάσισε να ρίξει τα μούτρα της και να του τηλεφωνήσει. Στο κινητό. Δεν απάντησε. Στο σταθερό. Δεν απάντησε. Στο κινητό (με απόκρυψη) και στο σταθερό (η πιστή φίλη) ταυτοχρόνως, σε μια απόπειρα αιφνιδιασμού. Δεν απάντησε.
Το κορίτσι φράουλα δεν πτοήθηκε. Επί μία ώρα πατούσαν το redial κι αυτή κι η κολλητή. Στο τέλος, απόκαμαν και ήρθε η ώρα των υποθέσεων:
Μήπως έχασε το κινητό του?
Μήπως του έκλεψαν το κινητό του?
Μήπως του έκλεψαν και το σταθερό του?
Μήπως το παθιασμένο σμίξιμό τους ήταν γι’ αυτόν αποκάλυψη και χρειαζόταν το χρόνο του για να χωνέψει ότι ναι, τόση ηδονή μπορεί να συνυπάρξει με τόση αγάπη?
Μήπως είχε πεταχτεί μέχρι τον Καίσαρη να διαλέξει μονόπετρο και δεν έπιανε η Telestet (για τόσο παλιά μιλάμε)?
Μήπως μπήκαν οι Τούρκοι να κάψουν τα σπίτια μας κι έγινε επιστράτευση?
Μήπως έπεσε θύμα απαγωγής εξωγήινων?
«Βρε, μήπως βάζεις δόντι στην πίπα?», την διέκοψε η πεζή -πλην πρακτική- κολλητή.
Πιφφ, πάει, ο Πρίγκηπας είχε εξαφανιστεί. Το κορίτσι φράουλα έμεινε ένα απλό κορίτσι. Σιγά, το Μαράκι δεν θα γινόταν ποτέ ένα απλό κορίτσι. Ρίχτηκε με πείσμα και σύστημα στην αναζήτηση του επόμενου Πρίγκηπα. Κάτι όμως είχε αλλάξει. Η εξαφάνιση του Πρίγκηπα λες και πότισε το δέρμα της με φόβο και λύσσα. Κι οι άντρες το μύριζαν. Κι εξαφανίζονταν. Μ΄αυτά και με τ΄άλλα, το Μαράκι εξαφάνισε εκείνο το χειμώνα
ολόκληρη την παρέα της κολλητής από το Λύκειο (6 αγόρια σαν τα κρύα τα νερά, απ΄του Κωστέα-Γείτονα, ούτε στο reunion δε φάνηκαν, μάλλον από το φόβο του Μαρακίου), 4 φίλους του γκόμενου της κολλητής και δεν μετρήσαμε πόσους κομπάρσους από μπαρ, μπουζούκια κ.λπ.
Έφτασε το καλοκαίρι. Το Μαράκι ήταν απαρηγόρητο. Ζήτησε τη βοήθεια της επιστήμης. Ο ψυχίατρος ήταν κάτι σαν δικός της άνθρωπος, φίλος φίλης που για κάποιο λόγο δεν ήταν του γούστου της, διαφορετικά σήμερα θα τον ψάχναμε κι αυτόν στις «Αναζητήσεις». Την άκουσε προσεκτικά. Κατά διαστήματα κουνούσε το κεφάλι όπως μόνο οι ψυχίατροι ξέρουν να κουνούν το κεφάλι, με ένα τρόπο που δεν μπορείς να καταλάβεις αν σε ακούει με ενσυναίσθηση ή αν κάνει ότι σε ακούει ενώ σκέφτεται «γαμώ την τύχη μου, με την κωλοδουλειά που διάλεξα, καλύτερα γκασταρμπάιτερ να έπλενα πιάτα στο Λεβερκούζεν». Εκείνη ξεδίπλωσε το δράμα της με κάθε λεπτομέρεια.
- Αυτά είναι όλα. Λοιπόν?
Είχε ανάγκη να ακούσει απ΄το στόμα του μια λογική εξήγηση. Ας πούμε κάτι για το φόβο των αρσενικών απέναντι στη δέσμευση. Όλα αυτά τα μήπως που βασάνιζαν το μυαλό της της είχαν τρελάνει.
- Μαράκι, σε ξέρω πολλά χρόνια και θα σου μιλήσω περισσότερο σαν φίλος παρά σαν γιατρός.
- Ναι?
- Μαράκι, όπως μου τα περιέγραψες ένα πράγμα μπόρεσα να καταλάβω.
- Ναι, ναι?
- Μαράκι, αυτό δεν είναι μουνί, είναι ο David Copperfield.
Ετικέτες Sex
10 Comments:
Κατόπιν παρότρυνσης του Pascal (πολύ φοβάμαι για να βρω κάτι να ασχολούμαι μήπως και σταματήσω να τσακίζω το δικό του blog με μακροσκελή σχόλια), μια σαφώς λιγότερο ποιητική εκδοχή της δικής του "Εξαφάνισις" http://abelofilosofies.blogspot.com/2006/10/blog-post_23.html
Διάβαζα, διάβαζα, διάβαζα και στο τέλος; ...στο τέλος τρελό γέλιο!
Ελπίζω να μην ξύπνησα το γείτονα της μεσοτοιχίας...! Να 'σαι καλά...! :-)
Έτσι, ε..?
Κονκλούζιβλυ:
1. "Από φωνή, μουνί-κι από μουνί, φωνάρα" η κυρία λοιπόν..
2. ντοντ κις δε φρογκ!
:-)
Αστείο κι επίκαιρο!
- adomiel: Ο γείτονας σ΄αρέσει? Γιατί αν σ΄αρέσει: ξαναδιάβασε το κείμενο νύχτα, γέλα υστερικά (επίτηδες αυτή τη φορά) μέχρι να ξυπνήσει ο γείτονας και να έρθει να σου ζητήσει το λόγο, άνοιξέ του φορώντας ένα διάφανο πενιουάρ (μη ρωτήσεις τι είναι αυτό), πάρε του μια πίπα (χωρίς δόντι, τώρα ξέρεις). Άναψε μια λαμπάδα στο μπόι μου
- sui: α)όχι μωρέ, την παρεξήγησες β) και πώς θα ξέρω αν είναι ο πρίγκηπας????
- emotional anaemia: Λες να θεωρηθεί γκρίζα διαφήμιση? ευχαριστώ πάντως
I dare say,αγαπητη χαμενη...που ακριβως φαινεται οτι τον ερωτευτηκε το Νικολα;Αδυνατω να το δω...Κατα τ'αλλα,η γραφη σου σουπερ!
Στο εχω γραψει και αλλη φορα, ακομα μια δεν πειραζει!!
ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΠΟΥ ΓΡΑΦΕΙΣ!!
Καλα πολυ γελιο....
- aurelia: εκεί κάπου ανάμεσα στο cabrio, την ειδικότητα και την ανάγκη της να βρει κάποιον να την "κάνει βασίλισσα".
- annamaria, θα κοκκινίσω...
ο Πασκάλ φταίει γι αυτό;;;
Έπρεπε να το καταλάβω! (έπαινος είναι αυτό, μην τσινάς!)
Aν είναι έτσι, σας ευχαριστώ
Δημοσίευση σχολίου
<< Home