O Εφιάλτης από το Παρελθόν
Φτάνει η στιγμή που δεν έχεις δικαιολογία –για τους άλλους ή για τον ίδιο σου τον εαυτό. Πρέπει να βγεις. Για ένα ποτό. Χωρίς προσδοκίες. Επαναλαμβάνεις τη διαδικασία scrub, μάσκα, προσθέτεις μάσκα ματιών γιατί ο μαύρος κύκλος σε κάνει να μοιάζεις με συγγενή α’ βαθμού του Χρήστου Πάρλα (αυτού με το ζιβάγκο από τα 70’s), ντύνεσαι, βάφεσαι. Είναι γεγονός. Θα βγεις. Ένα χρόνο μετά.
Στον δρόμο για την παραλιακή εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια πανικού.
- Δεν την παλεύω, φιλενάδα, επαναλαμβάνεις στη σπλαχνική ψυχή που της έλαχε ο κλήρος να σε φορτωθεί.
Απτόητη αυτή, σε οδηγεί στο smart party. Εκλογικεύεις επί ένα εικοσάλεπτο (είχε κίνηση η παραλιακή). Θα βρεις γκόμενο, θα περάσεις καλά, σιγά μωρέ τώρα, αυτά εσύ τα ‘χεις φάει με το κουτάλι.
Κάτω οι ώμοι, έξω το στήθος, ρουφάς περίνεο και φτάνεις στη ρημαδο-είσοδο αποφασισμένη να βγάλεις κι αυτή τη νύχτα. Και ο εφιάλτης ξεκινά.
Λένε ότι ο έρωτας μπορεί να σε βρει εκεί που δεν το περιμένεις. Κατεβάζεις π.χ. τα σκουπίδια με μια γκρι ξεχειλωμένη φόρμα και λαδωμένα μαλλιά και τσουπ, ο Έρωτας παρκάρει δίπλα στον σκουπιδοντενεκέ. Δεν μου ‘χει τύχει. Ή ας πούμε κατεβαίνεις στη Μαβίλη για ένα βρώμικο κι εκεί που το δαγκώνεις (μαγιονέζες, μουστάρδες και λάχανο) ο Έρωτας σε καρφώνει από απέναντι. Κι έχεις κι ένα τεράστιο σπυρί στη μύτη. Ούτε αυτό μου έχει τύχει. Δεν τρώω βρώμικα. Αυτό όμως που μου έχει τύχει άπειρες φορές είναι να συναπαντηθώ με Ε.Α.Τ.Π. και να είμαι στη χειρότερη δυνατή κατάσταση που μπορώ να βρεθώ. Ο Εφιάλτης Από Το Παρελθόν μπορεί να είναι (in random order σιχτιρίσματος): ο γκόμενος-απωθημένο, ο γκόμενος-πρώτος έρωτας-που ποτέ δεν ξεπέρασες, ο γκόμενος-που γνώρισες στις διακοπές-έκανες sex-και εξαφανίστηκε αμέσως μετά-χωρίς να αφήσει ίχνη, η συμμαθήτρια που σου έκλεψε τη σημαία μέσα απ’ τα χέρια-αλλά χέστηκες γιατί φορούσε πατομπούκαλα και δεν είχε ποτέ της σταυρώσει γκόμενο, ο γκόμενος-που γνώρισες στις διακοπές-σε φλέρταρε-αλλά απέρριψες-γιατί πιστεύεις ότι αξίζεις κάτι πολύ καλύτερο, η φίλη-φίδι-που σου συμπαραστεκόταν στο χωρισμό-και την ίδια στιγμή την έπεφτε στο γκόμενό σου. Η χειρότερη δυνατή κατάσταση ποικίλει ανάλογα με την περίσταση: μαρούλι στο δόντι, πέντε κιλά πάνω από το κανονικό, φρεσκοχωρισμένη με την αυτοπεποίθηση χαμένη κάπου σ΄έναν άγνωστο τόπο, ντίρλα στα dry martini και στην αγκαλιά ελεεινού τύπου που υπό ΚΣ δεν θα έφτυνες, με καταστροφικό κούρεμα/βαφή/ντεκαπάζ, με φαγωμένα νύχια, λίγο πριν τη χαλάουα κ.λπ.
Η φίλη-φίδι στεκόταν στην είσοδο του club. Δώδεκα χρόνια μετά από την τελευταία φορά που την είδες. Δεν ήταν promoter. Έκανε το party. Αρχίζεις να υποψιάζεσαι ότι δεν υπάρχει Θεός. Σε αναγνωρίζει, σε αγκαλιάζει, σε φιλά. Είσαι σχεδόν σίγουρη ότι δεν υπάρχει Θεός. Καρφώνεται στα σιδεράκια που αποφάσισες να βάλεις δώδεκα χρόνια μετά. Αν είχες την παραμικρή αμφιβολία ότι δεν υπάρχει Θεός, την έχασες. Δώδεκα χρόνια μετά φοράς σιδεράκια, περιμένεις περίοδο και νιώθεις σαν το ανθρωπάκι της Μισελέν, είναι η πρώτη φορά εδώ κι ένα χρόνο που αποφασίζεις να πας σε club, είσαι στα πρόθυρα μιας κρίσης πανικού γιατί δεν την παλεύεις με τόσο κόσμο γύρω σου και ο Ε.Α.Τ.Π. είναι εκεί, στην υποδοχή, όλο χαμόγελα, όπως αρμόζει σε μια οικοδέσποινα.
Αν υπήρχε Θεός θα σε είχε με κάποιο τρόπο προειδοποιήσει ώστε να μην πας στο γαμω-πάρτυ. Ή τουλάχιστον να είχες κάνει pilates και αιματηρή δίαιτα τους 3 προηγούμενους μήνες, να είχες βάλει τα σιδεράκια στα 12 σου όπως όλα τα παιδιά, να είχες πάει κομμωτήριο, να είχες πάρει προαγωγή, να είχες πάει στο πάρτυ με έναν δίμετρο μελαχροινό που θα σε κοιτά στα μάτια κι εκεί μπροστά στον Ε.Α.Τ.Π. θα γονατίσει και θα σου κάνει πρόταση γάμου με ένα μονόπετρο-νταμάρι.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου
<< Home